ωμοπλατοσκοπία

ωμοπλατοσκοπία
η гадание на лопатках зарезанного скота

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "ωμοπλατοσκοπία" в других словарях:

  • ωμοπλατοσκοπία — η / ὠμοπλατοσκοπία, ΝΜ 1. (λαογρ.) είδος τεχνητής μαντείας από σημεία τής ωμοπλάτης αρνιού 2. φρ. «Περί ωμοπλατοσκοπίας» τίτλος πραγματείας τού Μιχαήλ Ψελλού. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὠμοπλάτη + σκοπία (< σκόπος < σκοπῶ), πρβλ. οἰωνο σκοπία] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»